Με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της 20/03/2020 προβλέφθηκε η μείωση ενοικίου κατά 40% σε συμβάσεις μίσθωσης κύριας κατοικίας, στις οποίες μισθωτής είναι εργαζόμενος σε επιχείρηση που έχει ανασταλεί η δραστηριότητα της, αφήνοντας κενό ως προς την περίπτωση όπου στην σύμβαση μίσθωσης κύριας κατοικίας συμβάλλεται μόνο ο ένας σύζυγος , ο οποίος δεν έχει πληγεί και δεν συμβάλλεται ο άλλος, ο πληττόμενος. Η περίπτωση αυτή αντιμετωπίζεται από τους ιδιοκτήτες ως μη εντασσόμενη στις ρυθμίσεις περί μείωσης μισθώματος και αρνούνται να παρέχουν μείωση σ αυτή την κατηγορία των οικογενειών.
Το κενό αυτό θα πρέπει άμεσα να καλυφθεί από την πολιτεία και να εντάξει και την συγκεκριμένη κατηγορία πολιτών στην μείωση του μισθώματος , αν όχι σε όλο, τουλάχιστον το μισό, εφόσον δεχτούμε ότι οι σύζυγοι συμμετέχουν εξίσου στις δαπάνες της κατοικίας. Η άποψη αυτή στηρίζεται στις εξής παραδοχές :
1. με βάση το άρθρο 1389 ΑΚ, οι σύζυγοι έχουν την υποχρέωση να συνεισφέρουν από κοινού , ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του , για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας. Η συνεισφορά γίνεται με την προσωπική εργασία , τα εισοδήματα τους και την περιουσία τους. Πέρα λοιπόν από την εκ του νόμου υποχρέωση, η πρακτική είναι ότι στις οικογένειες οι σύζυγοι ενώνουν τα εισοδήματα τους, προκύπτοντας έτσι και το οικογενειακό εισόδημα, το οποίο είναι μετρήσιμο μέγεθος σε πλείστες φορολογικές υποχρεώσεις ή άλλα κριτήρια λήψης επιδομάτων κλπ, και μέσω αυτού του κοινού εισοδήματος ανταποκρίνονται στις οικογενειακές δαπάνες, γεγονός που μας περνά στη δεύτερη παραδοχή
2. στην αίτηση για την υπαγωγή ενός φυσικού προσώπου στις ευνοϊκές ρυθμίσεις του νόμου για τα Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά, υπήρχε και υπάρχει η υποχρέωση αναφοράς και των εισοδημάτων του ή της συζύγου, κριτήριο πάνω στο οποίο βασίζονται οι δικαστές προκειμένου να αποφασίσουν για την υπαγωγή ή όχι στον νόμο και για το ύψος της μηνιαίας δόσης στους πιστωτές σε περίπτωση υπαγωγής, αναγνωρίζοντας έτσι την υποχρέωση συνεισφοράς και των δύο συζύγων στον γάμο και στις οικογενειακές ανάγκες, ανεξάρτητα αν ο έτερος σύζυγος έχει οφειλές ή όχι.
3. ακόμη και σε περιπτώσεις διαζυγίου ή εν διστάσει συζύγων, ο έτερος σύζυγος που έχει την οικονομική δυνατότητα, συνδράμει το “αδύναμο” σύζυγο αλλά και τα τέκνα, σε περίπτωση που αυτά υπάρχουν στις ανάγκες τους μέσω της παροχής διατροφής, στην οποία περιλαμβάνεται και η δαπάνη για μισθώματα.
Τούτων δοθέντων υπάρχει βάση για την ισχύ της μείωσης μισθώματος σε οικογένειες όταν ο ένας από τους δύο συζύγους, ο μη συμαβλλόμενος στο μισθωτήριο συμβόλαιο , ανήκει στις πληττόμενες ομάδες, μείωση που μπορεί μπορεί να υπολογιστεί στο μισό μίσθωμα, δηλαδή αν το μηνιαίο μίσθωμα είναι ευρώ 500 και με βάση τ ανωτέρω κάθε σύζυγος συμμετέχει με ευρώ 250, τότε η μείωση μπορεί να γίνει στο ήμισυ του μισθώματος, ήτοι στα ευρώ 250 που αντιστοιχούν στον πληττόμενο σύζυγο και αυτός να καταβάλει ευρώ 150 , διαμορφώνοντας το συνολικό μίσθωμα σε ευρώ 400, μειωμένο κατά 20%.
Με το κενό νόμου να είναι πραγματικό για την συγκεκριμένη περίπτωση, ο δρόμος της διαπραγμάτευσης ή και διαμεσολάβησης προς διευθέτηση του ζητήματος είναι ανοικτός , ως το μοναδικό διαθέσιμο τρόπο επίλυσης αυτού του είδους της διαφοράς, τώρα που η προσφυγή στην δικαιοσύνη τελεί υπό αναστολή.
Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να μας στείλετε τα ερωτήματα σας στο info@skplaw.gr, ή να επικοινωνήσετε στα 6972770855 Δ.Στρατηγόπουλος, 6974380953 Π. Κοκκινίδης